3 octobre 2018
Ce document est lié à :
https://ejournals.epublishing.ekt.gr/index.php/geo [...]
Copyright (c) 2018 MAILINTA TSAMPIRI , https://creativecommons.org/licenses/by-nc/4.0
Mailinta Tsampiri, « Obsidian in the prehistoric Aegean: Trade and uses », eJournals, ID : 10670/1.lcnkxx
Ο οψιανός ή οψιδιανός που αναφέρεται για πρώτη φορά από τον Πλίνιο τον πρεσβύτερο (77 μ.Χ.), στο βιβλίο του «Naturalis historiae», αποτελεί ένα σημαντικό ημιπολύτιμο λίθο στην ιστορία της ανθρώπινης ανάπτυξης. Πρόκειται για σκληρό ηφαιστειακό πέτρωμα με υαλώδη μορφή και στιλπνό μαύρο χρώμα. Στον ελλαδικό χώρο κοιτάσματα οψιανού έχουν εντοπιστεί σε ορισμένα νησιά όπως: Μήλο, Αντίπαρο και Γυαλί. Εξαιτίας της σύστασης και της ανθεκτικότητάς του, ιδιαίτερα ο οψιανός της Μήλου, χρησιμοποιήθηκε ήδη από τα τέλη της Ανώτερης Παλαιολιθικής περιόδου (11η χιλιετία π.Χ.) για την κατασκευή λεπίδων με κοφτερές ακμές, που χρησίμευαν ως μαχαίρια, ξυράφια, βέλη, ακίδες κτλ. Τα πρωϊμότερα δείγματα εργαλείων και απορριμμάτων επεξεργασίας πυρήνων οψιανού βρέθηκαν στο σπήλαιο Φράγχθι, στην Αργολίδα. Έτσι, τα ευρήματα αυτά αποτέλεσαν την αρχαιότερη μαρτυρία για την ναυσιπλοΐα στην Ανατολική Μεσόγειο και για την ανθρώπινη παρουσία στη Μήλο και τις Κυκλάδες γενικότερα, ήδη από το τέλος της Παλαιολιθικής περιόδου. Κατά την Ύστερη Νεολιθική Περίοδο (περίπου 5300-3200 π.Χ.), όταν αναπτύχθηκε η συστηματική κατοίκηση των Κυκλάδων, η μεταφορά οψιανού ενσωματώθηκε σταδιακά στα αναπτυσσόμενα εμπορικά δίκτυα του Αιγαίου. Η χρήση του στον Ελλαδικό χώρο χρονολογείται κυρίως μέχρι την Ύστερη εποχή του Χαλκού (1600-1200/1100 π.Χ.), όπου μειώθηκε λόγω της αυξανόμενης δημοτικότητας των μετάλλων, παρακμάζοντας τελείως κατά τους Κλασικούς χρόνους (5ος-4ος αι. π.Χ.). Τέλος, κατά τη Ρωμαϊκή εποχή ο οψιανός χρησιμοποιήθηκε σποραδικά στην κατασκευή ψηφιδωτών, καθώς και διακοσμητικών αντικειμένων, όπως καθρέφτες.